του Ηλία Κούκουτσα
Η Ελλάδα προχωρά, αλλά σε ορισμένα ψηφιακά μέτωπα συνεχίζει να περπατά όταν άλλοι τρέχουν. Η ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πορεία της χώρας στο πλαίσιο της Ψηφιακής Δεκαετίας 2030 παρουσιάζει μια εικόνα που ισορροπεί ανάμεσα στη φιλοδοξία και στην καθυστέρηση, στους επιταχυντές και στα βαρίδια.
Ας δούμε πρώτα τα θετικά:
- Η κάλυψη 5G αγγίζει το 99,8%, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ (94,3%) και ήδη σε απόσταση αναπνοής από τον στόχο του 100%.
- Η κάλυψη 5G σε αραιοκατοικημένες περιοχές φτάνει το 99,29%, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι μόλις 79,57%.
- Το πρόγραμμα αναβάθμισης δικτύων FTTH (οπτική ίνα ως το σπίτι) δείχνει κινητικότητα, με μεγάλες επενδύσεις και παρουσία νέων παικτών (π.χ. ΔΕΗ), αν και η πλήρης κάλυψη απέχει.
- Ο δείκτης ψηφιακής έντασης για τις ΜμΕ (τουλάχιστον σε βασικό επίπεδο) φτάνει το 53,4%, με ετήσια άνοδο 13,9% — η μεγαλύτερη στην ΕΕ.
Αλλά…
Το σκοτεινό υπόστρωμα των δεδομένων
1. Ψηφιακές δεξιότητες: Το μεγάλο ρήγμα
Μόλις 52,4% του πληθυσμού διαθέτει βασικές ψηφιακές δεξιότητες, κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (55,56%) και μακριά από τον στόχο του 80% για το 2030. Ο στόχος της Ελλάδας παραμένει πιο χαμηλός, στο 70,2%, αλλά ακόμη και αυτός φαντάζει δύσκολος.
Το χάσμα ηλικίας είναι κραυγαλέο: μόνο 12,8% των ατόμων ηλικίας 65-74 ετών έχει βασικές ψηφιακές δεξιότητες, έναντι 28,2% στην ΕΕ. Αντίστοιχα, το ψηφιακό κενό εκτός των αστικών κέντρων παραμένει: μόνο 36% στις αγροτικές περιοχές έχουν βασικές δεξιότητες, 11,5 μονάδες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Με αυτούς τους ρυθμούς, ο στόχος του 2030 κινδυνεύει όχι μόνο να μην επιτευχθεί, αλλά και να παγιωθεί η «ψηφιακή φτώχεια» σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού
Δεν είναι θέμα αριθμών. Είναι θέμα κοινωνικής δικαιοσύνης. Οι ηλικιωμένοι, οι λιγότερο μορφωμένοι, οι κάτοικοι μικρών πόλεων και χωριών κινδυνεύουν να μείνουν τεχνολογικά αποκλεισμένοι, καθώς το ψηφιακό κράτος προχωρά – αλλά όχι μαζί τους.
Χρόνος υλοποίησης: 5 χρόνια (έως το 2030)
Εκτίμηση: Με βάση τον ρυθμό αύξησης των τελευταίων ετών (~2,5 μονάδες ετησίως), θα χρειαστούν τουλάχιστον 7–8 χρόνια για να φτάσει τον εθνικό στόχο — πολύ πέραν του 2030. Χωρίς μαζικά, πολυκαναλικά προγράμματα κατάρτισης που να προσεγγίζουν ηλικιωμένους, αγροτικές περιοχές και χαμηλής μόρφωσης πληθυσμό, ο στόχος αυτός δεν θα επιτευχθεί. Πρόκειται για το πιο σαφές “red flag” της εθνικής στρατηγικής — και το πιο δυνητικά αποκλειστικό.
2. Ειδικοί ΤΠΕ: Λιγότεροι από τους μισούς του ευρωπαϊκού μέσου όρου
Μόλις 2,5% των εργαζομένων στην Ελλάδα είναι ειδικοί σε ΤΠΕ, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος είναι 5%. Η χώρα έχει θέσει έναν συντηρητικό στόχο 4,5% για το 2030, δηλαδή ούτε καν το μισό του ευρωπαϊκού. Με ετήσιο ρυθμό αύξησης μόλις 0,1 ποσοστιαίες μονάδες, ακόμη κι αυτός ο περιορισμένος στόχος μοιάζει μακρινός.
Η γυναικεία συμμετοχή στον κλάδο πέφτει αντί να ανεβαίνει: από 19,8% το 2023 σε 16% το 2024, κάτω και από τον μέσο όρο της ΕΕ (19,5%). Το brain drain δεν έχει αναστραφεί, και η ανάγκη προσέλκυσης και διατήρησης ψηφιακού ταλέντου είναι επιτακτική
Εδώ δεν μιλάμε για τεχνοφοβία αλλά για έλλειψη ταλέντου. Έλλειψη που επιτείνεται από τη συνεχιζόμενη μετανάστευση ειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό. Μπορεί η αγορά να ζητά προγραμματιστές, data analysts, cyber experts – αλλά η προσφορά παραμένει τραγικά μικρή.
Χρόνος υλοποίησης: 5 χρόνια
Εκτίμηση: Με τους σημερινούς ρυθμούς αύξησης (~0,1 ποσοστιαία μονάδα ανά έτος), θα χρειαστούν πάνω από 15 χρόνια για την επίτευξη του στόχου. Η κατάσταση επιδεινώνεται λόγω brain drain και της μειωμένης γυναικείας συμμετοχής (16% σήμερα). Η επίτευξη του στόχου δεν είναι ρεαλιστική χωρίς θεαματική αντιστροφή του ρεύματος μετανάστευσης ταλέντου και επιθετική ενίσχυση της επαγγελματικής κατάρτισης και της εξειδίκευσης εντός των πανεπιστημίων.
3. Υιοθέτηση Cloud, AI, Big Data: Η Ελλάδα των δύο ταχυτήτων
Η χώρα παραμένει αισθητά πίσω σε:
- Cloud: 18,1% των επιχειρήσεων, έναντι 38,9% στην ΕΕ.
- AI: 9,8% στην Ελλάδα, έναντι 13,5% στην ΕΕ. Ο στόχος του 32% έως το 2030 είναι κάτω του ευρωπαϊκού (75%) και μάλλον φιλόδοξος αν αναλογιστεί κανείς ότι το 2023 είχαμε μόλις 4%.
- Data Analytics: 25% έναντι 33,2% ΕΕ.
Η διαφορά υιοθέτησης μεταξύ ΜμΕ και μεγάλων επιχειρήσεων είναι παρόμοια με την ΕΕ, όμως η συνολική εικόνα δείχνει καθυστέρηση και όχι επανάσταση
Αν και η χρήση AI διπλασιάστηκε, τα θεμέλια παραμένουν αδύναμα. Χωρίς cloud και data, η AI δεν είναι πραγματική υποδομή αλλά βιτρίνα.
Χρόνος υλοποίησης: 2-3 χρόνια (ταχύρρυθμη ωρίμανση)
Εκτίμηση: Οι στόχοι του 2030 (π.χ. 32% για AI) θεωρούνται χαμηλοί σε σχέση με την ΕΕ, αλλά ακόμα κι έτσι δύσκολα θα επιτευχθούν χωρίς σοβαρή ενεργοποίηση των ΜμΕ, κινήσεις φορολογικών κινήτρων και δημιουργία ζήτησης από τον δημόσιο τομέα. Εδώ το πρόβλημα δεν είναι μόνο τεχνικό, αλλά δομικό: το AI δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς δεδομένα, και τα δεδομένα δεν αξιοποιούνται χωρίς cloud. Αν δεν υπάρξει συντονισμένη επέμβαση, οι τρεις αυτοί στόχοι θα είναι οι πρώτοι που θα χαθούν.
4. Ηλεκτρονική ταυτοποίηση (eID): Παρούσα… στα λόγια
Παρότι έχει ξεκινήσει η έκδοση νέων ταυτοτήτων και το Gov.gr Wallet προχωρά, η Ελλάδα δεν έχει ακόμα ειδοποιήσει επίσημα την Κομισιόν για e-ID σχήμα σύμφωνα με τον κανονισμό eIDAS. Ο στόχος για λειτουργικό, πανευρωπαϊκά διαλειτουργικό eID παραμένει ασαφής — και το 2026 είναι πλέον πίσω από τη γωνία
Χρόνος υλοποίησης: 1-2 χρόνια
Εκτίμηση: Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θέτει deadline έως το τέλος του 2026 για ενεργά eID schemes που θα λειτουργούν διασυνοριακά. Η Ελλάδα δύσκολα θα προλάβει, καθώς η τεχνική προσαρμογή πρέπει να συνοδευτεί από ρυθμιστική και διαλειτουργική θωράκιση. Αν το σύστημα δεν έχει “διαβατήριο” στην ΕΕ, οι πολίτες θα χάσουν την πρόσβαση σε σειρά διασυνοριακών υπηρεσιών – και η χώρα θα χάσει αξιοπιστία.
5. Δημόσιες ψηφιακές υπηρεσίες: Η ταχύτητα του σαλιγκαριού
Ο δείκτης για τις ψηφιακές δημόσιες υπηρεσίες προς πολίτες είναι 76,7/100, κάτω από τον μέσο όρο ΕΕ (82,3). Στις υπηρεσίες προς επιχειρήσεις, τα πράγματα είναι χειρότερα: πτώση από 86,2 (2023) σε 78,6 (2024), όταν η ΕΕ ανεβαίνει.
Αντίστοιχα, η πρόσβαση σε ηλεκτρονικά ιατρικά αρχεία παραμένει στάσιμη στο 73,8/100, ενώ η ΕΕ ανεβαίνει (82,7). Το ποσοστό βελτίωσης των δημόσιων υπηρεσιών είναι μόλις 1,1% ανά έτος — όταν χρειαζόμαστε διπλάσια ή και τριπλάσια ταχύτητα για να καλύψουμε το κενό
Χρόνος υλοποίησης: 1 χρόνος
Εκτίμηση: Η Ελλάδα έχει πρόβλημα στη βάθος και στην ταχύτητα εξυπηρέτησης: πολλές υπηρεσίες δεν είναι πλήρως αυτοματοποιημένες, η διαλειτουργικότητα μεταξύ υπουργείων παραμένει περιορισμένη και η ψηφιακή εμπειρία δεν είναι ισόρροπη. Εφόσον ο ετήσιος ρυθμός βελτίωσης είναι κάτω από 1%, είναι εξαιρετικά δύσκολο να κλείσει η απόσταση των 6-8 μονάδων μέσα σε πέντε χρόνια. Ο κίνδυνος είναι να φτάσουμε στο 2030 με ένα ψηφιοποιημένο κράτος που συνεχίζει να σκοντάφτει… στο δικό του back office.
Ξεκάθαρη εικόνα: Πού πάμε καλά, πού χωλαίνουμε — και τι χάνεται στον δρόμο
Από τους 14 εθνικούς στόχους που έχει θέσει η Ελλάδα στο πλαίσιο του Digital Decade, μόλις το 57% ευθυγραμμίζεται με τους ευρωπαϊκούς στόχους, ενώ μόνο το 88% αυτών δείχνει να είναι «εντός πορείας». Το ποσοστό είναι ικανοποιητικό, αλλά η υστέρηση στους κρίσιμους δείκτες (δεξιότητες, ΤΠΕ ειδικοί, τεχνολογίες αιχμής) μπορεί να φρενάρει συνολικά την επίτευξη των στόχων έως το 2030.
Αν η Ελλάδα συνεχίσει με τους σημερινούς ρυθμούς:
- Είναι πιθανό να χάσει τους στόχους για ψηφιακές δεξιότητες, ICT specialists, eID και δημόσιες υπηρεσίες.
- Είναι αμφίβολο αν θα καλύψει το χάσμα σε AI/cloud/data analytics, εκτός αν υπάρξει πολιτική και χρηματοδοτική επιτάχυνση.
- Η συνδεσιμότητα (VHCN/5G) θα φτάσει τον στόχο, έστω και οριακά — κυρίως λόγω ιδιωτικών επενδύσεων.
- Ώρα για πολιτική γενναιότητα
Οι πολιτικές παρεμβάσεις του 2024, αν και υπαρκτές, δεν συνιστούν τομές. Ο χρόνος λιγοστεύει, και η απόσταση από την κορυφή μεγαλώνει. Δεν πρόκειται για κάποιο τεχνοκρατικό sprint, αλλά για το ερώτημα αν η χώρα μπορεί να συμμετέχει ισότιμα στη νέα ψηφιακή εποχή — ή θα παραμείνει απλός θεατής.
Αν η Ψηφιακή Δεκαετία 2030 είναι ένας αγώνας αντοχής, η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως αλλαγή ταχύτητας.