Η εκτόξευση του Transporter‑14 από τη SpaceX, που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 23 Ιουνίου 2025 από τη Βάση Διαστημικών Δυνάμεων Vandenberg στην Καλιφόρνια, δεν είναι απλώς άλλη μία αποστολή μικροδορυφόρων. Ανάμεσα στα περίπου 70 φορτία που μετέφερε ο πύραυλος Falcon 9, βρίσκεται και ο πρώτος ελληνικός μικροδορυφόρος DUTHSat‑2, κατασκευασμένος από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης.
Πρόκειται για έναν μικροδορυφόρο τύπου CubeSat, σχεδιασμένο να παρατηρεί τη Γη και να εντοπίζει περιβαλλοντικές μεταβολές, όπως ρύπανση στη θάλασσα και διαρροές πετρελαίου, με χρήση οπτικού και υπέρυθρου φάσματος. Η ανάπτυξή του εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σχέδιο διαστημικής παρουσίας της Ελλάδας, με έμφαση στην αξιοποίηση δορυφορικών δεδομένων για εφαρμογές πολιτικής προστασίας και αγροτικής παραγωγής.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο αρμόδιος υπουργός:
«Τα ξημερώματα της Κυριακής στέλνουμε τον πρώτο μικροδορυφόρο μας, τον Transporter 14, που έχει κατασκευαστεί από το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο και θα ξεκινήσει το ταξίδι του στο διάστημα. Θα ακολουθήσουν οι μικροδορυφόροι Transporter 15 και 16 και θα έχουμε τόσα πολλά πλέον δεδομένα, με τα οποία –αν συνδυάσουμε και τη χρήση Τεχνητής Νοημοσύνης– θα μπορέσουμε να παράξουμε πολύ ενδιαφέροντα μοντέλα για την πολιτική προστασία και την αγροτική παραγωγή».
Η αποστολή Transporter‑14 αποτελεί τη 26η πτήση για τον πύραυλο επαναχρησιμοποιούμενου πρώτου σταδίου Falcon 9 με κωδικό B1071, ο οποίος προσγειώθηκε με επιτυχία στο droneship “Of Course I Still Love You” λίγα λεπτά μετά την εκτόξευση. Την ευθύνη για τη μεταφορά 45 φορτίων είχε η γερμανική Exolaunch, σε ένα πρόγραμμα rideshare που συγκέντρωσε δορυφόρους και φορτία από 25 χώρες.
Η Ελλάδα κάνει το πρώτο της «βήμα στο διάστημα» όχι απλώς με έναν δορυφόρο, αλλά με ένα σχέδιο που κοιτάζει το μέλλον μέσα από τον φακό της τεχνολογίας και της επιστήμης.
Τεχνικά χαρακτηριστικά του μικροδορυφόρου
Ο μικροδορυφόρος που εκτοξεύτηκε είναι τύπου CubeSat 6U, δηλαδή έχει μέγεθος περίπου 10 x 20 x 30 εκατοστά και βάρος που κυμαίνεται στα 8-10 κιλά. Παρά το μικρό του μέγεθος, ενσωματώνει εξελιγμένα συστήματα:
- Κάμερες οπτικού και εγγύς υπέρυθρου φάσματος για τη μέτρηση υγρασίας εδάφους και την ανίχνευση διαρροών πετρελαίου σε παράκτιες περιοχές.
- Σύστημα επικοινωνίας UHF/VHF και S-band, σχεδιασμένο να μεταφέρει δεδομένα σε επίγειους σταθμούς σε πραγματικό χρόνο.
- Σύστημα αυτόματης προσανατολιστικής σταθεροποίησης (ADCS) με χρήση μαγνητομέτρων, γυροσκοπίων και αστεροκαμερών.
- Ενσωματωμένος onboard υπολογιστής με δυνατότητες edge processing και αποθήκευσης δεδομένων.
- Ηλιακά πάνελ και έξυπνη διαχείριση ισχύος, σχεδιασμένα για αποδοτική λειτουργία σε χαμηλή τροχιά (LEO).
Η κατασκευή του πραγματοποιήθηκε εξ ολοκλήρου στην Ελλάδα, με τη συνεργασία της ομάδας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, της Prisma Electronics, της Space Hellas, του Athena Research Center και με την υποστήριξη της ESA. Οι δοκιμές αντοχής και περιβαλλοντικής συμμόρφωσης έγιναν στις εγκαταστάσεις της Sunlight Group στην Ξάνθη, όπου ο δορυφόρος πέρασε επιτυχώς από δοκιμές δόνησης και θερμικής αντοχής, εξασφαλίζοντας την επιχειρησιακή του ετοιμότητα για εκτόξευση.
Πρόκειται όντως για τον πρώτο μικροδορυφόρο της Ελλάδας;
Η Ελλάδα έχει ήδη εκτοξεύσει δύο CubeSats στο πλαίσιο του προγράμματος QB50 το 2017:
- UPSat (Πανεπιστήμιο Πατρών, 2U)
- DUTHSat‑1 (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, 2U)
Ο DUTHSat‑2, όμως, είναι ο πρώτος ελληνικός In-Orbit Demonstration (IOD) CubeSat – δηλαδή ο πρώτος σχεδιασμένος και εκτοξευμένος με πλήρη λειτουργική ικανότητα σε αυτή τη διαδρομή, με ειδικές δυνατότητες αποστολής και εφαρμογές. Η ESA χαρακτηρίζει τον DUTHSat‑2 ως τον πρώτο ελληνικό IOD CubeSat
Τι σηματοδοτεί αυτή η αποστολή για την Ελλάδα
Με τον μικροδορυφόρο αυτό, η Ελλάδα κάνει το πρώτο βήμα προς μια ανεξάρτητη, εθνική διαστημική στρατηγική, αξιοποιώντας τις δυνατότητες των CubeSats για την παραγωγή δεδομένων κρίσιμης σημασίας. Η αποστολή Transporter-14 αποτελεί ουσιαστικά τον πρόλογο μιας σειράς αποστολών: σύμφωνα με τις δηλώσεις του Υπουργού, θα ακολουθήσουν και άλλοι ελληνικοί μικροδορυφόροι, στο πλαίσιο μιας συνολικής προσπάθειας αξιοποίησης της διαστημικής τεχνολογίας.
Η επιτυχής εκτόξευση αποδεικνύει ότι τα ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα διαθέτουν το τεχνογνωσιακό υπόβαθρο για να συμμετέχουν ισότιμα στο νέο ψηφιακό και διαστημικό τοπίο. Και πλέον, η Ελλάδα δεν είναι απλώς θεατής στο παγκόσμιο διαστημικό “παιχνίδι” — είναι παίκτης.