Οικονομία

ΣΕΒΕ: Υψηλότερα ο δείκτης προσδοκιών εξαγωγέων το β’ εξάμηνο

Σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2022 κινήθηκε ο δείκτης προσδοκιών εξαγωγέων TCI ΣΕΒΕ-DHL στο β’ εξάμηνο, καθώς ανήλθε σε 88 μονάδες έναντι 82,8 μονάδων στο προηγούμενο εξάμηνο. Παρέμεινε ωστόσο κάτω από τις 100 μονάδες αποδεικνύοντας τη γενική απαισιοδοξία που επικρατεί.

Ο Δείκτης TCI ΣΕΒΕ-DHL αναπτύχθηκε στις ακόλουθες τέσσερις ενότητες: εξαγωγές, εγχώριες πωλήσεις, διεθνείς και εγχώριες οικονομικές συνθήκες, ενώ το θέμα επικαιρότητας εστίασε στην άνοδο των επιτοκίων δανεισμού και στην υποτίμηση της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου. Η κατάρτιση του δείκτη πραγματοποιήθηκε από το ΙΕΕΣ του ΣΕΒΕ σε συνεργασία με την εταιρεία DHL, μέλος του ΣΕΒΕ.

Ειδικότερα, ο Δείκτης TCI SEVE-DHL για το 2ο εξάμηνο του 2022 διαμορφώθηκε σε 88,0 μονάδες (όπου TCI>100 = αισιοδοξία και TCI<100 = απαισιοδοξία) έναντι 82,8 μονάδων του 1ου εξαμήνου του 2022 και 115,0 μονάδων του 2ου εξαμήνου του 2021. Η αύξηση συγκριτικά με το προηγούμενο εξάμηνο ανήλθε σε 5,2 μονάδες. Η υλοποίηση της έρευνας έγινε από το Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών & Σπουδών (ΙΕΕΣ) του ΣΕΒΕ, με Επιστημονικό Σύμβουλο τον Καθηγητή Ιωάννη Χατζηδημητρίου, Διευθυντή του Μεταπτυχιακού Προγράμματος στις Διεθνείς Επιχειρηματικές Δραστηριότητες του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.

Αναλυτικά:

Οι εξαγωγές ήταν η μοναδική κατηγορία στην οποία οι θετικές εκτιμήσεις ξεπέρασαν το 50% με το ποσοστό να διαμορφώνεται σε 56%. Τα αποτελέσματα για την σταθερότητα και τη μείωση συγκέντρωσαν το 30% και το 14% του δείγματος αντίστοιχα.
Βελτίωση σημείωσαν τα ποσοστά των απαντήσεων που αφορούν στις διεθνείς οικονομικές συνθήκες συγκριτικά με το προηγούμενο εξάμηνο, καθώς το 13% αναμένει βελτίωση, το 25% σταθερότητα και το 62% επιδείνωση, με τις προσδοκίες στο σύνολό τους να χαρακτηρίζονται ως απαισιόδοξες.
Σημαντικά αυξήθηκε το ποσοστό όσων αναμένουν μείωση των εγχώριων πωλήσεών τους στο β’ εξάμηνο του 2022, καθώς ανήλθε σε 27%. Τα ποσοστά σχετικά με την αύξηση και την σταθερότητα διαμορφώθηκαν σε 37% και 36% αντίστοιχα.
Σε παρόμοια επίπεδα με το προηγούμενο εξάμηνο κινήθηκαν τα ποσοστά που αφορούν στις εγχώριες οικονομικές συνθήκες με το μεγαλύτερο μερίδιο -και συγκεκριμένα το 60%- να επιλέγει ως απάντηση την επιδείνωση. Το 31% αναμένει σταθερότητα και το 9% βελτίωση.
Θέμα Επικαιρότητας: Άνοδος Επιτοκίων & Υποτίμηση Ισοτιμίας EUR/USD. Η αύξηση του κόστους χρήματος εξαιτίας της γενικευμένης ανόδου των επιτοκίων δανεισμού και η υποτίμηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου στο β’ εξάμηνο του 2022 συγκριτικά με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2021, αποτέλεσαν τους δύο τομείς στους οποίους επικεντρώθηκε το θέμα επικαιρότητας. Σε ό,τι αφορά στην άνοδο των επιτοκίων, το 50% εκτιμά πως θα επηρεάσει αρνητικά την αξία των εξαγωγών του συγκριτικά με τ

ο β’ εξάμηνο του 2021, με το 70% εξ αυτών να αναμένει μικρή μείωση από 0% μέχρι 10%. Αντίστοιχα, η μεγάλη υποτίμηση της ισοτιμίας του ευρώ έναντι του δολαρίου αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στην αξία των εξαγωγών σύμφωνα με το 23% του δείγματος. Το 64% εξ αυτών εκτιμά ότι η επιδείνωση θα ανέλθει έως 10%, το 24% εξ αυτών εκτιμά ότι η επιδείνωση θα κινηθεί μεταξύ 10% και 25% και το 12% εξ αυτών εκτιμά πως η επιδείνωση θα κινηθεί μεταξύ 25% και 50%.

Η μικρή βελτίωση των αποτελεσμάτων στο β’ εξάμηνο του 2022 προήλθε αφενός από την αύξηση των -διαχρονικά θετικών- αποτελεσμάτων σχετικά με τις εξαγωγές, η οποία αποτέλεσε τη μοναδική κατηγορία όπου η αύξηση/βελτίωση ξεπέρασε το 50%, αλλά και από τη μείωση των ποσοστών που αφορούν σε επιδείνωση των εγχώριων και διεθνών οικονομικών συνθηκών. Ωστόσο, η επιδείνωση στις δύο αυτές κατηγορίες συγκέντρωσε και σε αυτό το τεύχος πολύ υψηλά ποσοστά (άνω του 50%), στοιχεία που συνετέλεσαν στη διαμόρφωση μίας συνολικά «απαισιόδοξης» εικόνας

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 18/10/22–16/12/22 σε επιλεγμένο δείγμα 250 εξαγωγικών επιχειρήσεων από όλη τη χώρα (οι 221 ανταποκρίθηκαν). Η επιλογή των επιχειρήσεων έγινε μέσω διαστρωματικής δειγματοληψίας, στα πρότυπα αντίστοιχων ερευνών που πραγματοποιούνται από εγχώριους και διεθνείς οργανισμούς, ενώ για τη συλλογή των στοιχείων των επιχειρήσεων αξιοποιήθηκε η βάση δεδομένων της ICAP. Ειδικότερα, με αρχικό κριτήριο τις επιχειρήσεις με ετήσιο τζίρο πάνω από 1.000.000 ευρώ, το δείγμα περιλαμβάνει επιχειρήσεις από πρωτογενή παραγωγή, βιομηχανία και εμπόριο.

close menu